Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα μακροζωία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα μακροζωία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Η ΑΣΚΗΣΗ «ΧΑΡΙΖΕΙ» ΕΩΣ 4,5 ΧΡΟΝΙΑ ΖΩΗΣ



Η τακτική χωρίς ακρότητες σωματική άσκηση, όπως το γρήγορο περπάτημα, μπορεί να αυξήσει έως 4,5 χρόνια το προσδόκιμο ζωής ενός ανθρώπου άνω των 40 ετών, ενώ θα κερδίσει σίγουρα παραπάνω χρόνια ζωής ακόμα κι αν είναι υπέρβαρος, σύμφωνα με μια νέα μεγάλη αμερικανική επιστημονική έρευνα.

Το όφελος της άσκησης φαίνεται να είναι ανεξάρτητο από βάρος, ηλικία, φύλο και την κατάσταση της υγείας (καρδιά, καρκίνος κ.α.) κάποιου. Οι ερευνητές βρήκαν ότι ακόμα και οι παχύσαρκοι που ασκούνται ήπια αλλά τακτικά, επί 150 λεπτά την εβδομάδα, ζουν κατά μέσο όρο 2,7 έως 3,4 χρόνια περισσότερα (ανάλογα με το πόσα παραπανίσια κιλά έχουν), σε σχέση με όσους είναι παχύσαρκοι αλλά δεν ασκούνται.

Όσοι είναι απλώς υπέρβαροι (όχι παχύσαρκοι) και ασκούνται επί 150 λεπτά εβδομαδιαίως, ζουν 3,9 χρόνια περισσότερα κατά μέσο όρο σε σχέση με τους υπέρβαρους που δεν ασκούνται. Οι άνθρωποι φυσιολογικού βάρους, που επίσης ασκούνται επί 150 λεπτά την εβδομάδα, ζουν περίπου 4,5 χρόνια παραπάνω σε σχέση με τα άτομα με φυσιολογικό βάρος που δεν ασκούνται, καθώς και 7,2 χρόνια περισσότερα σε σχέση με όσους είναι παχύσαρκοι και σωματικά αδρανείς.

Οι ειδικοί συστήνουν τακτική αερόβια σωματική άσκηση μέτριας έντασης επί δυόμιση ώρες (150 λεπτά) ή 1,25 ώρες (75 λεπτά) μεγάλης έντασης κάθε εβδομάδα. Ως μέτριας έντασης ασκήσεις θεωρούνται αυτές στη διάρκεια των οποίων ένας άνθρωπος μπορεί να μιλάει, αλλά όχι να τραγουδάει. Ως μεγάλης έντασης ασκήσεις θεωρούνται εκείνες στη διάρκεια των οποίων ο άνθρωπος μπορεί να πει λίγες μόνο λέξεις, χωρίς να σταματήσει για να πάρει ανάσα.

Η σωματική άσκηση έχει πολλαπλά οφέλη, καθώς διατηρεί σε φυσιολογικά επίπεδα το βάρος, συντηρεί υγιή τα οστά, τους μυς και τις αρθρώσεις, προάγει την ψυχική ευεξία και γενικά μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης διαφόρων νόσων, μεταξύ των οποίων ορισμένων μορφών καρκίνου.

ΠΟΙΑ ΒΙΤΑΜΙΝΗ «ΜΑΧΕΤΑΙ» ΤΗ ΜΑΚΡΟΖΩΙΑ;

ΕΡΕΥΝΑ ΠΟΥ ΞΑΦΝΙΑΖΕΙ...

Πηγή: PATHFINDER.GR



Γνωρίζετε ποια βιταμίνη πρέπει να κυμαίνεται σε χαμηλά επίπεδα για να ζήσουμε παραπάνω; Τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D μπορεί να συνδέονται με τη μακροζωία σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στην  επιθεώρηση Canadian Medical Association. Στη μελέτη  συμμετείχαν μεσήλικοι απόγονοι ατόμων ηλικίας 90 ετών.

«Ανακαλύψαμε ότι η κληρονομική μακροζωία συνδέεται με χαμηλότερα επίπεδα βιταμίνης D και χαμηλότερη συχνότητα μιας παραλλαγής του γονίδιου CYP2R1, το οποίο σχετίζεται με υψηλότερα επίπεδα της βιταμίνης D», αναφέρει η Δρ.  Diana van Heemst, από το Τμήμα Γεροντολογίας της Γηριατρικής Εταιρείας, του ιατρικού κέντρου του πανεπιστημίου Leiden στην Ολλανδία.

Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι τα υψηλά επίπεδα της βιταμίνης D σχετίζονται με αυξημένα ποσοστά θανάτου, καρδιακή νόσο, διαβήτη, καρκίνο, αλλεργίες και κατάθλιψη. Ωστόσο, δεν είναι γνωστό κατά πόσο τα χαμηλά επίπεδα είναι η αιτία αυτών των προβλημάτων υγείας ή αν αποτελούν τη συνέπεια.

Για να διαπιστώσουν κατά πόσον υπάρχει σχέση μεταξύ των επιπέδων βιταμίνης D και μακροζωίας, οι Ολλανδοί ερευνητές εξέτασαν τα δεδομένα από 380 οικογένειες  με τουλάχιστον 2 αδέλφια ηλικίας άνω των 90. Στη μελέτη συμμετείχαν τα αδέλφια, τα παιδιά τους και οι σύζυγοι των παιδιών τους σε ένα σύνολο  1038 απογόνων και 461 ατόμων που αποτελούσαν την ομάδα ελέγχου. Οι σύζυγοι είχαν περιληφθεί επειδή ήταν περίπου της ίδιας ηλικίας και ζούσαν στο ίδιο περιβάλλον γεγονός που μπορεί να επηρεάσει τα επίπεδα της βιταμίνης D.

Οι ειδικοί μέτρησαν και ταξινόμησαν  τα επίπεδα της συγκεκριμένης βιταμίνης ανά μήνα καθώς αυτή διαφοροποιείται από εποχή σε εποχή ανάλογα και με τα επίπεδα της ηλιοφάνειας. Οι ερευνητές έλαβαν ακόμη υπόψη τους την ηλικία, το φύλλο, το Δείκτη Μάζας Σώματος, τη λειτουργία των νεφρών των συμμετεχόντων, αν λαμβάνουν συμπληρώματα διατροφής αλλά και την εποχή του χρόνου. Με άλλα λόγια έλαβαν υπόψη τους όλους τους παράγοντες που επηρεάζουν τα επίπεδα της βιταμίνης D.

Αυτό που ανακάλυψαν οι επιστήμονες είναι ότι οι απόγονοι των υπερηλίκων που είχαν τουλάχιστον 1 υπερήλικο αδερφό ή αδερφή  εμφάνιζαν χαμηλότερα επίπεδα βιταμίνης D από ότι τα άτομα που ανήκαν στην ομάδα ελέγχου, ακόμη και όταν ελήφθησαν υπόψη όλοι οι παράγοντες που σχετίζονται με τα επίπεδα της βιταμίνης D. Οι ειδικοί ανακάλυψαν επίσης ότι οι απόγονοι είχαν χαμηλότερη συχνότητα των γενετικών παραλλαγών στο γονίδιο CYP2R1 (η γενετική παραλλαγή αυτού του γονιδίου προδιαθέτει σε υψηλά επίπεδα βιταμίνης D).

Τα ευρήματα αυτά αναδεικνύουν, σύμφωνα με τους ερευνητές, τη σύνδεση μεταξύ των χαμηλών επιπέδων της βιταμίνης D και της κληρονομικής μακροζωίας.